Θέσαμε σημαντικά ερωτήματα στον Αναπληρωτή Καθηγητή Επιδημιολογίας και Προληπτικής Ιατρικής ΕΚΠΑ, κ. Δημήτριο Παρασκευή. Πρόκειται για τον Έλληνα επιστήμονα, που τέθηκε επικεφαλής της ελληνικής μελέτης για την γενετική ανάλυση του νέου κορωνοϊού.
Ο καθηγητής κ. Παρασκευής, συστήνει να μην υπάρχει πανικός και τονίζει ότι “η υπεύθυνη στάση είναι υπόθεση όλων μας και όχι μόνο των ειδικών ή των επαγγελματιών υγείας. Όλοι έχουμε τον βαθμό της ευθύνης που μας αναλογεί, να προστατεύσουμε τον εαυτό μας και τους συνανθρώπους μας, ώστε να αντιμετωπίσουμε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τον κίνδυνο”, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά μιλώντας στο Iatropedia.gr.
Κύριε Καθηγητά,
Όσο ακόμα δεν έχουμε επιβεβαιωμένα κρούσματα στην Ελλάδα, δεν αρκεί να έχουμε μόνο συμπτώματα, αλλά και κάποια πιθανότητα έκθεσης, όπως αναφέρατε και εσείς. Δηλαδή, να έχουμε επαφή με έναν ταξιδιώτη, ή να έχουμε ταξιδέψει σε μία περιοχή που έχει εκτεταμένη διασπορά, όπως η Ιταλία. Σ' αυτή την περίπτωση συστήνεται να επικοινωνήσουμε με έναν επαγγελματία υγείας και τη γραμμή του ΕΟΔΥ και προτιμάται να μείνουμε στο σπίτι μας ώστε να περιορίσουμε ή να μηδενίσουμε τον κίνδυνο έκθεσης για τους συνανθρώπους μας.
Να μην είμαστε σε στενή επαφή με τα άτομα της οικογένειάς μας ή με τους φίλους μας. Δηλαδή κρατάμε μία απόσταση πάνω από 1 με 2 μέτρα. Έτσι ώστε να ελαχιστοποιηθεί ή και να μηδενιστεί ο κίνδυνος έκθεσης των ανθρώπων αυτών. Επίσης προσέχουμε πάρα πολύ όταν φτερνιζόμαστε, όταν βήχουμε. Χρησιμοποιούμε χαρτομάντηλο ή το χέρι μας (το εσωτερικό του αγκώνα) έτσι ώστε να μην εκσφενδονίζονται τα σταγονίδια και θέτουμε άλλους ανθρώπους σε κίνδυνο. Είναι το πρώτο βήμα και μπορεί να ακούγεται απλοϊκό, αλλά είναι πάρα πολύ σημαντικό. Έχει πολύ μεγάλη σημασία να ελαχιστοποιήσουμε τον κίνδυνο να εκθέσουμε τους συνανθρώπους μας στον ιό.
Δεν υπάρχει κάποια διάκριση. Επικοινωνούμε με έναν επαγγελματία υγείας, τον οποίο γνωρίζουμε και μας παρακολουθεί.. Προς το παρόν είναι προτιμητέο να επισκεφθούμε ένα Νοσοκομείο Αναφοράς αλλά και ένας ιδιώτης γιατρός μπορεί να μας συμβουλεύσει. Οι γιατροί είναι ενήμεροι έχουν πολύ μεγάλη εμπειρία και ξέρουν πολύ καλά ποιες ενέργειες θα πρέπει να ακολουθήσουν και πως να διαχειριστούν ένα ύποπτο κρούσμα.
Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να επικοινωνήσουμε με επαγγελματία υγείας και τις κατάλληλες υπηρεσίες. Ο επαγγελματίας υγείας θα εκτιμήσει αν ένα περιστατικό αποτελεί “ύποπτο κρούσμα” και θα καθοδηγήσει το εάν θα μείνει σπίτι, κάτω από ποιες προϋποθέσεις, εάν θα το παρακολουθεί στενά κλπ. Μπορεί δηλαδή πριν πάει κανείς στο νοσοκομείο, να επικοινωνήσει πρώτα με έναν επαγγελματία υγείας. Αυτός θα αποφασίσει και θα συστήσει -ανάλογα με τη σοβαρότητα του περιστατικού και το είδος της έκθεσης- τη διακομιδή του σε νοσοκομείο, αλλά και το πώς θα γίνει αυτή η διακομιδή.
Κατ’αρχήν είναι προτιμητέο να επισκεφθεί κάποια από τα Νοσοκομεία Αναφοράς ανά την επικράτεια. Εναλλακτικά μπορεί να συμβουλευθεί ή να επισκεφθεί οποιαδήποτε Μονάδα Παροχής Υγείας. Αυτό που θέλω να επισημάνω είναι να μην υπάρχει πανικός, ή η έντονη ανησυχία που ακούμε ότι υπάρχει στον κόσμο. Είναι κάτι το οποίο μπορεί να αντιμετωπιστεί. Όλοι μας συμμετάσχουμε προκειμένου να προφυλάξουμε τους συνανθρώπους μας, αν νιώθουμε ότι έχουμε κάποια συμπτώματα. Επίσης, είναι προσωπική μας υπόθεση να προφυλάξουμε τον εαυτό μας από πιθανή έκθεση. Αν τηρούμε τα μέτρα προστασίας και το τι θα πρέπει να κάνουμε αν νιώσουμε ότι έχουμε συμπτώματα. Αυτό είναι πολύ σημαντικό, τόσο για εμάς όσο και για τους συνανθρώπους μας.
Κύριε Καθηγητά,
Έχετε δίκιο. Οι μάσκες χρειάζονται μόνο σε συγκεκριμένες περιστάσεις. Αν δηλαδή υπάρχει ύποπτο κρούσμα συστήνεται η χορήγηση απλής χειρουργικής μάσκας ή για τους επαγγελματίες υγείας. Ως μέτρο πρόληψης για να μην κολλήσει κάποιος και εκτεθεί στον ιό, δεν είναι πολύ αποτελεσματικό μέτρο. Η προστασία που παρέχει δηλαδή, δεν είναι απόλυτη. Δεν σημαίνει ότι κάποιος που φοράει τη μάσκα δεν θα κολλήσει τον ιό. Παρ' όλα αυτά, όπως το θέσατε κι εσείς, για λόγους ψυχολογικούς κάποιοι συνάνθρωποι μας θεωρούν ότι μ' αυτόν τον τρόπο μπορούν να προφυλαχθούν και παρ' ότι δεν συστήνεται, τη χρησιμοποιούν. Όλα αυτά είναι ανθρώπινα, είναι κατανοητά, και σε μια πιθανή κρίση και απειλή υπάρχουν και τέτοια φαινόμενα. Να δώσουμε, όμως, τη συμβουλή ότι είναι χρήσιμο να μην χρησιμοποιούμε τις μάσκες σε περιστάσεις που δεν συστήνονται, έτσι ώστε να υπάρχει επάρκεια για τις περιπτώσεις που πραγματικά βοηθούν.
Δεν θα χρησιμοποιήσω τη λέξη ανησυχία. Είναι δεδομένο ότι είμαστε πιο κοντά και είναι πιο πιθανό να έχουμε εισαγωγή κρούσματος και στην Ελλάδα. Το γεγονός ότι στην Ιταλία έχουμε εκτεταμένη διασπορά, το γεγονός ότι και σε άλλες χώρες πλην της Ιταλίας έχουμε μεταδόσεις, αυτό αυξάνει την πιθανότητα να συμβεί εισαγωγή κρούσματος στην Ελλάδα. Αυτό είναι το δεδομένο. Αλλά αυτό που έχει πολύ μεγάλη σημασία είναι ότι ακόμη κι αν συμβεί εισαγωγή κρούσματος, να είμαστε εις θέση να το διαγνώσουμε έγκαιρα και να περιορίσουμε τη διασπορά. Θα έχουμε καταφέρει τότε να έχουμε ελάχιστο αριθμό κρουσμάτων, ελάχιστα σοβαρά περιστατικά και μηδενικό αριθμό θανάτων.
Αυτό, όπως το εξήγησε και ο κ. Τσιόδρας, και σε παλιότερες επιδημίες όπως στην επιδημία της γρίπης, η θερμομέτρηση δεν είναι κάτι που είναι αποτελεσματικό. Δεν είναι κάτι που εξασφαλίζει με μεγάλη πιθανότητα τη διάγνωση των κρουσμάτων που έχουν μολυνθεί από τον συγκεκριμένο ιό. Δεν είναι κάτι καινούργιο, που ισχύει μόνο με τον κορωνοϊό. Ισχύει και με τη γρίπη. Γιατί ένας μεγάλος αριθμός ατόμων μπορεί να μην έχει αναπτύξει ακόμα συμπτώματα πυρετού.
Επίσης, πολύ καίρια ερωτήματα αυτά. Από τη στιγμή που πρόκειται για έναν νέο ιό, οι γνώσεις μας στην αρχή της επιδημίας είναι σχετικά περιορισμένες. Άρα οι γνώσεις μας αποκτούνται κατά τη μελέτη των περιστατικών: το πότε μεταδίδουν, το ποιος είναι ο χρόνος που αναπτύσσουν συμπτώματα κ.ο.κ. Άρα λοιπόν δεν είναι κάτι εξωπραγματικό, ή κάτι που δεν έχει ξανασυμβεί στο παρελθόν. Και στην περίπτωση με την επιδημία SARS χρειάστηκε κάποιος χρόνος για να καταλήξουμε με αξιοπιστία, ποιο είναι το ελάχιστο, ποιο είναι το μέγιστο της περιόδου επώασης πότε ακριβώς εμφανίζονται συμπτώματα. Φαίνεται από μελέτες και από περιγραφή συμπτωμάτων και γενικά από τη μελέτη της επιδημίας στην Κίνα, ότι συμβαίνουν κάποιες μεταδόσεις σε ασυμπτωματική περίοδο. Μάλλον, όμως, η πιθανότητα να συμβούν μεταδόσεις κατά την ασυμπτωματική περίοδο είναι μικρή. Τα λέμε όλα αυτά με επιφύλαξη, γιατί η γνώση δεν είναι ακόμα πολύ καλά τεκμηριωμένη, με δεδομένο ότι είναι κάτι καινούργιο.
Πηγή: Iatropedia.grΤου αρθογράφου
Αποκλιμάκωση των μέτρων που ισχύουν για τον κορονοϊό ανακοίνωσε απόψε ο υπουργός Υγείας Θάνος Πλεύρης.
Διάθεση, από σήμερα, των δωρεάν self-test για μαθητές και εκπαιδευτικούς
Νέες οδηγίες για απομόνωση και καραντίνα κρουσμάτων και στενών επαφών δίνει ο ΕΟΔΥ